Παρασκευή 1 Ιουνίου 2012

ΤΑ Ε-PROFILES ΣΤΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑ



Στοιχειοθετώντας το e-profile ενός δημόσιου νοσοκομείου
Τα τελευταία χρόνια, οι προσπάθειες υλοποίησης και εφαρμογής νέων Πληροφοριακών Συστημάτων (ΠΣ) και Τεχνολογιών Πληροφορικής (ΤΠ) στα δημόσια νοσηλευτικά ιδρύματα της χώρας μας έχουν ενταθεί αρκετά σε σχέση με το παρελθόν, κυρίως μέσα από τα έργα του Β’ και Γ’ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης (ΚΠΣ). Κεντρικό σημείο αναφοράς των μέχρι σήμερα δράσεων αποτελούν τα γνωστά έργα οριζόντιας δράσης των «Ολοκληρωμένων Πληροφοριακών Συστημάτων Υγείας (ΟΠΣΥ)» στις Δημόσιες Υγειονομικές Περιφέρειες (ΔΥΠΕ) του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ), τα οποία χρηματοδοτούνται από το Γ’ ΚΠΣ και εποπτεύονται από την Κοινωνία της Πληροφορίας ΑΕ, στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Κοινωνία της Πληροφορίας». Επιπλέον, τον τελευταίο καιρό οι αυξανόμενες απαιτήσεις στο χώρο της υγειονομικής περίθαλψης έχουν ωθήσει και άλλα νοσηλευτικά ιδρύματα, που δεν συμμετέχουν στα συγκεκριμένα έργα, στην αναζήτηση και υιοθέτηση νέων πληροφοριακών συστημάτων υγείας προκειμένου να καταστεί εφικτή η αποτελεσματικότερη οργάνωση και υποστήριξη των καθημερινών, εσωτερικών τους λειτουργιών.
Eρευνα για το βαθμό υιοθέτησης & χρήσης Πληροφοριακών Συστημάτων στα δημόσια νοσοκομεία
O αυξανόμενος αριθμός των έργων Πληροφορικής στο χώρο της υγειονομικής περίθαλψης και το αναβαθμισμένο ενδιαφέρον των δημόσιων νοσηλευτικών ιδρυμάτων προς τις νέες τεχνολογίες Πληροφορικής, δημιουργούν αναμφισβήτητα μια σαφή και ουσιαστική ανάγκη αξιολόγησης της εν λόγω προόδου. Η αξιολόγηση της διείσδυσης των ΤΠΕ στα νοσηλευτικά ιδρύματα, καθώς και η διερεύνηση των ανασταλτικών παραγόντων που επηρεάζουν την επιτυχή εφαρμογή τους στο εργασιακό περιβάλλον των νοσοκομείων, ως αντικείμενα μελέτης, έχουν απασχολήσει τα τελευταία χρόνια αρκετούς επιστήμονες και κυβερνητικούς φορείς στο χώρο της Υγείας. Ταυτόχρονα, έχουν δώσει το έναυσμα για τη διεξαγωγή πολυάριθμων εμπειρικών ερευνών σε διάφορες χώρες ανά τον κόσμο. Σε ορισμένες από αυτές, όπως για παράδειγμα στις ΗΠΑ, ανάλογες έρευνες έχουν καθιερωθεί και διεξάγονται ετησίως σε εθνικό επίπεδο για τη συνεχή συλλογή έγκυρων στατιστικών δεδομένων, βάσει εξειδικευμένων δεικτών μέτρησης (benchmark indicators). Τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων αυτών θεωρούνται υψίστης σημασίας για την υποστήριξη λήψης στρατηγικών αποφάσεων σε πολιτικό επίπεδο και την οριοθέτηση κατάλληλων δράσεων που θα προάγουν και θα επιταχύνουν την υιοθέτηση καινοτόμων Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνίας (ΤΠΕ) στο χώρο της υγειονομικής περίθαλψης.
Στην Ελλάδα, η σημαντική απουσία αντίστοιχων εμπειρικών μελετών, σε ό,τι αφορά στη διεξοδική αξιολόγηση και τεκμηριωμένη καταγραφή του βαθμού διείσδυσης των ΤΠΕ στα δημόσια νοσηλευτικά ιδρύματα, εμποδίζει την οποιαδήποτε προσπάθεια εξαγωγής πολύτιμων συμπερασμάτων σχετικά με την υφιστάμενη κατάσταση στα νοσοκομεία, αλλά και την αποτελεσματικότητα των όποιων εθνικών δράσεων.
Η διαπίστωση αυτή λειτούργησε ως θεμελιώδες κίνητρο για την παρούσα ερευνητική ομάδα, η οποία στο πλαίσιο των ερευνητικών της δραστηριοτήτων, και ειδικότερα μέσα από τη διδακτορική διατριβή του κ. Κίτσιου Σπύρου, ανέπτυξε ένα μοντέλο συγκριτικής αξιολόγησης (HAD-ICT benchmark evaluation model), προκειμένου να καταστεί εφικτή η διεξοδική επιμέτρηση του βαθμού διείσδυσης των ΤΠΕ στα δημόσια νοσοκομεία του ΕΣΥ, στους παρακάτω βασικούς επιχειρησιακούς τομείς:
1στον τομέα της διαχείρισης των ασθενών (πχ. γραφείο κίνησης, γραμματεία εξωτερικών ιατρείων),
2στον τομέα της κλινικής φροντίδας των ασθενών (πχ. ιατρική και νοσηλευτική πράξη, χειρουργεία, μονάδες εντατικής θεραπείας, κτλ.),
3στον τομέα της υποστήριξης των κλινικών τμημάτων (πχ. αιματολογικά εργαστήρια ακτινοδιαγνωστικά εργαστήρια, φαρμακεία, κτλ.) και, τέλος,
4στον τομέα των διοικητικοοικονομικών υπηρεσιών (πχ. λογιστήριο, οικονομικό τμήμα, νοσήλια, κτλ.)
Το συγκεκριμένο μοντέλο, το οποίο αποτελείται συνολικά από 224 δείκτες μέτρησης, αναπτύχθηκε έπειτα από πολυετή, συστηματική προσπάθεια συγκέντρωσης, ανάλυσης και σύνθεσης της υπάρχουσας γνώσης και βιβλιογραφίας στο συγκεκριμένο αντικείμενο, προκειμένου να ενσωματωθούν όλες οι βέλτιστες πρακτικές που έχουν χρησιμοποιηθεί σε ανάλογες εμπειρικές έρευνες σε άλλες χώρες ανά τον κόσμο, με άμεση προσαρμογή στην ελληνική πραγματικότητα.
Η πρώτη σημαντική προσπάθεια εφαρμογής και επικύρωσης του μοντέλου έλαβε χώρα στα τέλη του 2007, μέσα από τη διεξαγωγή μιας πανελλαδικής, διαδικτυακής έρευνας, κατά την οποία επιχειρήθηκε η αξιολόγηση του βαθμού υιοθέτησης, χρήσης αλλά και ολοκλήρωσης/διαλειτουργικότητας των ΤΠΕ στα δημόσια νοσηλευτικά ιδρύματα του ΕΣΥ που διέθεταν τμήμα ή διεύθυνση Πληροφορικής. Λόγω της έκτασης της έρευνας, στις επόμενες παραγράφους ακολουθεί μια συνοπτική παρουσίαση των σημαντικότερων μόνο ευρημάτων που προέκυψαν από τους δείκτες μέτρησης του μοντέλου.

Αποτελέσματα της έρευνας
Χαρακτηριστικά του δείγματος

Από τα 107 δημόσια νοσηλευτικά ιδρύματα του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ) που αποτέλεσαν το αρχικό δείγμα της παρούσας έρευνας, απάντησαν συνολικά τα 70. Ως εκ τούτου, η έρευνα συγκέντρωσε ένα σημαντικό ποσοστό ανταπόκρισης, ύψους 65,5%. Η δε κατανομή των νοσηλευτικών ιδρυμάτων που συμμετείχαν στην έρευνα ήταν ιδιαίτερα ικανοποιητική, καθώς οι απαντήσεις που συλλέχθηκαν προήλθαν από τα νοσοκομεία όλων των ΔΥΠΕ, πλην μίας. Το δε σταθμισμένο ποσοστό ανταπόκρισης ανά ΔΥΠΕ ανήλθε στο 64,5%. Οι απαντήσεις στα ερωτηματολόγια δόθηκαν αποκλειστικά από τις μονάδες Πληροφορικής του κάθε νοσοκομείου και ειδικότερα σε ποσοστό 82,9% από τους διευθυντές των εν λόγω μονάδων. Σε ό,τι αφορά στο μέγεθος των συμμετεχόντων νοσοκομείων, σύμφωνα με τα στοιχεία που συλλέχθηκαν: το 18% διέθετε λιγότερες από 100 κλίνες, το 31,4% διέθετε από 101 έως και 250 κλίνες, το 41,4% διέθετε από 251 έως και 750 ανεπτυγμένες κλίνες, ενώ 6 συνολικά νοσοκομεία (8,6%) περιελάμβαναν στο ενεργητικό τους περισσότερες από 751 κλίνες. Ο δε μέσος όρος των ανεπτυγμένων κλινών στο συνολικό δείγμα των 70 νοσοκομείων ήταν οι 330 κλίνες.

Υιοθέτηση και χρήση Πληροφοριακών Συστημάτων και Τεχνολογιών Πληροφορικής

΄Οπως παρουσιάζεται στο Γράφημα 1, η συντριπτική πλειοψηφία των νοσηλευτικών ιδρυμάτων του δείγματος (>80%) έχει καταφέρει σε σημαντικό βαθμό να υιοθετήσει πληροφοριακά συστήματα για τη διαχείριση των ασθενών, τόσο στη γραμματεία των εξωτερικών ιατρείων (81,4%) όσο και στο γραφείο κίνησης (95,7%). Σύμφωνα με τα στοιχεία που συλλέχθηκαν, τα συγκεκριμένα συστήματα χρησιμοποιούνται ευρέως από το αντίστοιχο προσωπικό, ενώ οι βασικότερες διαδικασίες, οι οποίες υποστηρίζονται ηλεκτρονικά περιλαμβάνουν: την έκδοση των εισιτηρίων και εξιτηρίων των ασθενών από και προς τις κλινικές των νοσοκομείων, την καταγραφή των δημογραφικών δεδομένων και την ταυτοποίηση του κάθε ασθενή, την παρακολούθηση της κίνησης των ασθενών εντός του νοσοκομείου, καθώς επίσης και τη διαχείριση των ραντεβού στα εξωτερικά γραφεία.

Δυστυχώς, στον τομέα της κλινικής φροντίδας των ασθενών, τα αποτελέσματα καταδεικνύουν ότι οι περισσότερες δραστηριότητες που άπτονται στην ιατρική και τη νοσηλευτική πράξη διεξάγονται ακόμα και σήμερα υπό έντυπη μορφή, καθώς τα περισσότερα δημόσια νοσηλευτικά ιδρύματα υστερούν σημαντικά στην υιοθέτηση κλινικών πληροφοριακών συστημάτων. Ειδικότερα στη νοσηλευτική πράξη, μόνο το 28,5% των νοσοκομείων δήλωσε ότι έχει εγκαταστήσει κάποιο νοσηλευτικό πληροφοριακό σύστημα στις υπάρχουσες κλινικές για την καταγραφή κλινικών παρατηρήσεων σχετικά με την πορεία/εξέλιξη της υγείας των ασθενών. Η δε υιοθέτηση και χρήση πληροφοριακών συστημάτων για την ψηφιοποίηση των ιατρικών φακέλων τόσο των εσωτερικών όσο και των εξωτερικών ασθενών, κυμαίνεται εξίσου σε ιδιαίτερα χαμηλά ποσοστά, 22,9% και 15,7% αντίστοιχα. Η λειτουργική ικανότητα των προαναφερθέντων συστημάτων είναι επίσης αρκετά περιορισμένη, σύμφωνα με τα αποτελέσματα που προέκυψαν από τη χρήση ειδικών δεικτών μέτρησης στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας. Συγκεκριμένα, οι πιο συνήθεις λειτουργίες που υποστηρίζονται ηλεκτρονικά περιλαμβάνουν μόνο την καταγραφή της συνταγογράφησης των φαρμάκων προς τους ασθενείς, τη διαχείριση των διαιτολογίων, την καταγραφή κάποιων στοιχειωδών κλινικών παρατηρήσεων, καθώς επίσης και την ηλεκτρονική αποστολή των παραπεμπτικών για αιματολογικές εξετάσεις στα αντίστοιχα εργαστήρια. Ιδιαίτερη έκπληξη προκαλεί το γεγονός ότι παρά τη γεωγραφική μορφολογία της Ελλάδας, μόνο το 14,3% των νοσηλευτικών ιδρυμάτων του δείγματος διαθέτει συστήματα και τεχνολογίες τηλεϊατρικής και τελεσυμβούλευσης για την υποστήριξη των ασθενών σε απομακρυσμένες περιοχές. Ωστόσο, ακόμα και στις περιπτώσεις που τα συστήματα αυτά είναι διαθέσιμα, η χρήση τους είναι ιδιαίτερα περιορισμένη. Οσον αφορά στην υιοθέτηση πληροφοριακών συστημάτων στήριξης κλινικών αποφάσεων, αυτή φαίνεται να είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη. Τέλος, σύμφωνα με τα αποτελέσματα, η μοναδική εφαρμογή Πληροφορικής, η οποία εμφανίζεται ως «περισσότερο αποδεκτή» από το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, είναι η διαδικτυακή σύνδεση του νοσοκομείου με εξωτερικές ιατρικές βάσεις δεδομένων (πχ. MEDLINE).
Σε ό,τι αφορά στην υποστήριξη των κλινικών τμημάτων, από τα στοιχεία που συλλέχθηκαν φαίνεται πως -με εξαίρεση τα ακτινοδιαγνωστικά εργαστήρια- τα περισσότερα νοσοκομεία έχουν καταφέρει επιτυχώς να υιοθετήσουν διάφορα πληροφοριακά συστήματα και εφαρμογές, προκειμένου να μηχανογραφήσουν σε μεγάλο βαθμό τις βασικότερες δραστηριότητες που άπτονται στον τομέα των εργαστηρίων και του φαρμακείου. Συγκεκριμένα, η υιοθέτηση πληροφοριακού συστήματος για τη διαχείριση των φαρμάκων και των συνταγογραφήσεων από το φαρμακείο των νοσοκομείων συγκέντρωσε το απόλυτο ποσοστό (100%). Ωστόσο, το παραπάνω εύρημα μετριάζεται από την περιορισμένη διαθεσιμότητα συστημάτων γραμμωτού κώδικα (bar-code) που χρησιμοποιούνται για την αυτοματοποίηση χρονοβόρων διαδικασιών και σχετίζονται με διαδικασίες ταυτοποίησης και καταγραφής των εισερχόμενων και εξερχόμενων φαρμάκων (11,4%). Επιπλέον, στο σχετικό γράφημα εμφανίζεται ότι ένα αρκετά υψηλό ποσοστό νοσοκομείων (68,6%) έχει υιοθετήσει εργαστηριακά πληροφοριακά συστήματα (LIS), τα οποία, σύμφωνα με τους δείκτες μέτρησης που χρησιμοποιήθηκαν, καλύπτουν στις περισσότερες περιπτώσεις τις βασικές διαδικασίες (πχ. τη λήψη αποτελεσμάτων από τον αναλυτή, την καταγραφή εξετάσεων και αποτελεσμάτων, κτλ). Ωστόσο, η λήψη των παραπεμπτικών για εξετάσεις και αντίστοιχα η αποστολή /διαθεσιμότητα των αποτελεσμάτων προς τις κλινικές του νοσοκομείου διενεργείται ηλεκτρονικά μόνο από το 21,4% των νοσοκομείων του δείγματος. Συγκρίνοντας, στον τομέα των εργαστηρίων, το ποσοστό υιοθέτησης πληροφοριακών συστημάτων LIS με το ποσοστό υιοθέτησης συστημάτων γραμμωτού κώδικα, παρατηρείται σημαντική υστέρηση στα τελευταία. Η υστέρηση αυτή καταδεικνύει μια σημαντική αδυναμία στα εργαστήρια, διότι τα συστήματα γραμμωτού κώδικα θεωρούνται υψίστης σημασίας για την ασφαλή ταυτοποίηση των δειγμάτων. Μάλιστα, σε πολλές χώρες του εξωτερικού, για λόγους ασφαλείας, τα συστήματα αυτά στα εργαστήρια των νοσηλευτικών ιδρυμάτων έχουν επιβληθεί από τους αρμόδιους κυβερνητικούς φορείς. Τέλος, η υιοθέτηση συστημάτων αρχειοθέτησης και μεταφοράς ιατρικών εικόνων (PACS) στα ακτινοδιαγνωστικά εργαστήρια, η οποία επί της ουσίας αποτελεί μια από τις πιο δαπανηρές επενδύσεις πληροφοριακών συστημάτων υγείας στα νοσοκομεία, βρίσκεται ακόμα σε ιδιαίτερα αρχικό στάδιο (8,6%).
Σε αντίθεση με τους παραπάνω τομείς εστίασης, όπως εμφανίζεται στο Γράφημα 3, στο διοικητικο-οικονομικό τομέα, τα ποσοστά υιοθέτησης και ο βαθμός χρήσης πληροφοριακών συστημάτων είναι αρκετά υψηλά. Τα συγκεκριμένα συστήματα είναι κυρίως λειτουργικού επιπέδου και χρησιμοποιούνται για τη διαχείριση των επιχειρησιακών πόρων στα νοσηλευτικά ιδρύματα. Η συντριπτική πλειοψηφία των νοσοκομείων (>90%) δήλωσε ότι έχει υλοποιήσει έως σήμερα σημαντικό εύρος διοικητικών συστημάτων, όπως για παράδειγμα συστήματα λογιστηρίου, διαχείρισης υλικών, οικονομικής διαχείρισης και χρέωσης των ασθενών. Τα συστήματα αυτά, με βάση τους δείκτες μέτρησης που χρησιμοποιήθηκαν, καλύπτουν με μεγάλη επάρκεια ένα μεγάλο αριθμό επιχειρησιακών δραστηριοτήτων και διαδικασιών λειτουργικού επιπέδου (διαδικασίες γενικής λογιστικής, νοσήλια, εισπρακτέους και πληρωτέους λογαριασμούς, κτλ.). Ωστόσο, τα συστήματα διοικητικής πληροφόρησης (MIS) έχουν υιοθετηθεί μόνο από το 37,1% των νοσοκομείων, παρά το γεγονός ότι θεωρούνται υψίστης σημασίας για την παρακολούθηση των νοσηλευτικών ιδρυμάτων σε ανώτατο διοικητικό επίπεδο, καθώς και για τη λήψη στρατηγικών αποφάσεων.

Συμπεράσματα

Αναμφισβήτητα, τα παραπάνω ευρήματα καταδεικνύουν με απόλυτη σαφήνεια ότι στα περισσότερα δημόσια νοσοκομεία της χώρας μας υπάρχει ένα αρκετά μεγάλο χάσμα ανάμεσα στην υιοθέτηση διοικητικών συστημάτων και κλινικών συστημάτων πληροφορικής.
Ο βαθμός υιοθέτησης και χρήσης διοικητικοοικονομικών εφαρμογών και πληροφοριακών συστημάτων παρουσιάζεται ιδιαίτερα υψηλός σε λειτουργικό επίπεδο, ενώ ουσιαστικά παρατηρείται χαμηλότερη επικέντρωση σε στρατηγικό επίπεδο.
Η υιοθέτηση και χρήση κλινικών πληροφοριακών συστημάτων στον τομέα των υπηρεσιών φροντίδας των ασθενών είναι ιδιαίτερα περιορισμένη. Οι κλινικές εφαρμογές, όπου αυτές είναι διαθέσιμες, παρουσιάζουν χαμηλά επίπεδα χρήσης, καταδεικνύοντας ότι μέχρι στιγμής οι επαγγελματίες υγείας (πχ. ιατροί και νοσηλευτές) αλλά και τα ανώτατα διοικητικά στελέχη των νοσοκομείων, έχουν καθυστερήσει σημαντικά να κατανοήσουν τις δυνατότητες και τα επικείμενα οφέλη των συστημάτων αυτών. Ως εκ τούτου η αξιοποίηση και ενσωμάτωσή τους στις καθημερινές λειτουργίες των ιατρικών τμημάτων δεν έχει επιτευχθεί μέχρι σήμερα.
Μέσα από την ανάλυση ειδικών συσχετίσεων ανάμεσα σε συγκεκριμένους δείκτες μέτρησης, βρέθηκε ότι η χαμηλή στελέχωση των μονάδων Πληροφορικής αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους ανασταλτικούς παράγοντες στην υιοθέτηση ΤΠΕ στα δημόσια νοσοκομεία. Ο μέσος όρος των εργαζομένων στις συγκεκριμένες μονάδες φτάνει μόλις τα 3 άτομα.
Ενας ακόμη ανασταλτικός παράγοντας είναι το ιδιαίτερα χαμηλό ετήσιο ποσοστό που επενδύουν τα νοσηλευτικά ιδρύματα -από το συνολικό προϋπολογισμό τους- για την απόκτηση ΤΠΕ. Ειδικότερα, η συντριπτική πλειοψηφία των νοσηλευτικών ιδρυμάτων (77,1%) απάντησε πως δαπανά σε ετήσια βάση μόλις 1% από το συνολικό προϋπολογισμό του νοσοκομείου για την αγορά νέων ΤΠΕ, ενώ ο συνολικός μέσος όρος επένδυσης σε ΤΠΕ στο συνολικό δείγμα ανέρχεται στο 1,2%. Ωστόσο, το φαινόμενο της χαμηλής επένδυσης σε ΤΠΕ στο χώρο των νοσηλευτικών συστημάτων αποτελεί ένα υπαρκτό πρόβλημα, όχι μόνο για τα νοσοκομεία της Ελλάδας αλλά και για τα νοσοκομεία των υπόλοιπων χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αυτό επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι ο συγκεκριμένος μέσος όρος που καταγράφηκε στην παρούσα έρευνα βρίσκεται αρκετά κοντά στον αντίστοιχο μέσο όρο (1,8%) που κατέγραψε ο οργανισμός Health Information Network Europe (HINE) σε παρόμοια έρευνα που διεξήχθη το 2006 σε νοσηλευτικά ιδρύματα 15 χωρών της ΕΕ.
Από τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας, διαπιστώνουμε ότι παρόλο που ο συνολικός βαθμός υιοθέτησης και χρήσης πληροφοριακών συστημάτων στα περισσότερα δημόσια νοσηλευτικά ιδρύματα βρίσκεται ακόμα σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα, η γενικότερη εικόνα έχει αρχίσει να μεταβάλλεται σαφώς προς το καλύτερο. Το τεράστιο ψηφιακό χάσμα που υπήρχε παλαιότερα ανάμεσα στα νοσηλευτικά ιδρύματα της Ελλάδας και τα νοσηλευτικά ιδρύματα των λοιπών ανεπτυγμένων χωρών της ΕΕ έχει αρχίσει να μειώνεται σημαντικά σε αρκετούς τομείς. Ωστόσο, η συνεχιζόμενη αξιολόγηση, σε εθνικό επίπεδο, της διείσδυσης των ΤΠΕ στα νοσηλευτικά ιδρύματα, μέσα από τη συλλογή έγκυρων στατιστικών δεδομένων βάσει ειδικών δεικτών μέτρησης, αποτελεί θέμα μείζονος σημασίας και επιτακτική ανάγκη για τη λήψη στρατηγικών αποφάσεων και την οριοθέτηση κατάλληλων δράσεων στο άμεσο μέλλον. Η εφαρμογή και επικύρωση του μοντέλου επιμέτρησης HAD-ICT μέσα από την παρούσα έρευνα, καταδεικνύει ότι το συγκεκριμένο μοντέλο μπορεί να αξιοποιηθεί ως ένα «διαγνωστικό εργαλείο συγκριτικής αξιολόγησης» (benchmarking instrument) σε εμπειρικές έρευνες στον τομέα της Υγείας στην Ελλάδα για την αξιόπιστη και αναλυτική εκτίμηση του βαθμού διείσδυσης των ΤΠΕ στα νοσηλευτικά ιδρύματα, τη δημιουργία ενός προφίλ για κάθε νοσοκομείο, καθώς επίσης και για τη διεξαγωγή παράλληλων συγκρίσεων ανάμεσα σε ομοειδή νοσηλευτικά ιδρύματα.
http://www.enthesis.net
http://www.enthesis.net/index.php?option=com_content&view=article&id=325:enthesis6555&catid=27:e-health&Itemid=6
των Σπύρου Κίτσιου, Βασιλικής Μάνθου & Μάρως Βλαχοπούλου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου