Παρασκευή 1 Ιουνίου 2012

ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΣΤΑ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑ




Τα περισσότερα δημόσια νοσοκομεία της Ελλάδας υιοθετούν τα συστήματα πληροφορικής, αλλά υπάρχει ένα αρκετά μεγάλο χάσμα ανάμεσα στη χρήση τους στις διοικητικές και οικονομικές υπηρεσίες και στη χρήση τους στον τομέα των υπηρεσιών φροντίδας των ασθενών. Συγκεκριμένα, η υιοθέτηση και χρήση κλινικών πληροφορικών συστημάτων στον τομέα υπηρεσιών φροντίδας των ασθενών είναι ιδιαίτερα περιορισμένη ενώ αντιθέτως στον τομέα των διοικητικών και οικονομικών υπηρεσιών ο βαθμός υιοθέτησης των εφαρμογών της πληροφορικής είναι υψηλός.
Τα παραπάνω προκύπτουν από έρευνα για το βαθμό υιοθέτησης και χρήσης πληροφορικών συστημάτων στα δημόσια νοσοκομεία, την οποία εκπόνησε στο πλαίσιο της διδακτορικής του διατριβής, υπό την επίβλεψη των καθηγητριών του Εφαρμοσμένης Πληροφορικής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας (ΠΑΜΑΚ), Μάρως Βλαχοπούλου και Βασιλικής Μάνθου, ο επιστημονικός συνεργάτης του ΠΑΜΑΚ δρ. Σπύρος Κίτσιος.
Από την έρευνα αυτή, στοιχεία της οποία παρουσιάστηκαν στο 16ο Συνέδριο Εφαρμογών Πληροφορικής που διοργανώνει η HELΕXPO A.E στη Θεσσαλονίκη, προκύπτει ότι από τα 70 νοσοκομεία που απάντησαν στα ερωτηματολόγια τα περισσότερα (πάνω από το 80%) είχαν καταφέρει να υιοθετήσουν πληροφοριακά συστήματα για τη διαχείριση των ασθενών, τόσο στη γραμματεία των εξωτερικών ιατρείων (81,4%) όσο και στο γραφείο κίνησης (95%). Αντίθετα στον τομέα της κλινικής φροντίδας των ασθενών οι περισσότερες δραστηριότητες που σχετίζονται με την ιατρική και νοσηλευτική πράξη γίνονται ακόμη και σήμερα με έντυπη μορφή.
«Τα περισσότερα δημόσια νοσηλευτικά ιδρύματα υστερούν σημαντικά στην υιοθέτηση κλινικών πληροφορικών συστημάτων. Ειδικότερα στη νοσηλευτική πράξη μόνο το 28,5% των νοσοκομείων δήλωσε ότι έχει εγκαταστήσει κάποιο νοσηλευτικό πληροφοριακό σύστημα στις υπάρχουσες κλινικές για την καταγραφή κλινικών παρατηρήσεων σχετικά με την πορεία/ εξέλιξη της υγείας των ασθενών. Η δε υιοθέτηση και χρήση συστημάτων πληροφορικής για την ψηφιοποίηση των ιατρικών φακέλων τόσο των εσωτερικών όσο και των εξωτερικών ασθενών, κυμαίνεται εξίσου σε ιδιαίτερα χαμηλά ποσοστά, 22,9% και 15,7% αντίστοιχα. Ιδιαίτερη έκπληξη προκαλεί το γεγονός ότι παρά τη γεωγραφική μορφολογία της Ελλάδας, μόνο το 14,3% των νοσηλευτικών ιδρυμάτων του δείγματος διαθέτει συστήματα και τεχνολογίες τηλεϊατρικής και τηλεσυμβούλευσης για την υποστήριξη των ασθενών σε απομακρυσμένες περιοχές. Ωστόσο, ακόμα και στις περιπτώσεις όπου τα συστήματα αυτά είναι διαθέσιμα, η χρήση τους είναι ιδιαίτερα περιορισμένη» εξήγησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο δρ. Κίτσιος
Σε ότι αφορά την υποστήριξη των κλινικών τμημάτων, από τα στοιχεία που συλλέχθηκαν φαίνεται πως -με εξαίρεση τα ακτινοδιαγνωστικά εργαστήρια- τα περισσότερα νοσοκομεία έχουν καταφέρει επιτυχώς να υιοθετήσουν διάφορα πληροφοριακά συστήματα και εφαρμογές προκειμένου να μηχανογραφήσουν σε μεγάλο βαθμό τις βασικότερες δραστηριότητες στους τομείς των αιματολογικών εργαστηρίων και του φαρμακείου. Συγκεκριμένα, η υιοθέτηση πληροφοριακού συστήματος φαρμακείου για τη διαχείριση των φαρμάκων και των συνταγογραφήσεων, συγκέντρωσε το απόλυτο ποσοστό (100%).
Στο διοικητικο-οικονομικό τομέα, τα ποσοστά υιοθέτησης και ο βαθμός χρήσης πληροφοριακών συστημάτων είναι αρκετά πιο υψηλά. Τα συστήματα αυτά είναι κυρίως λειτουργικού επιπέδου και χρησιμοποιούνται για τη διαχείριση των επιχειρησιακών πόρων στα νοσηλευτικά ιδρύματα. Η συντριπτική πλειοψηφία των νοσοκομείων (πάνω από το 90%) δήλωσε ότι έχει υλοποιήσει έως σήμερα ένα σημαντικό εύρος διοικητικών συστημάτων, όπως για παράδειγμα συστήματα λογιστηρίου, διαχείρισης υλικών, οικονομικής διαχείρισης και χρέωσης των ασθενών. Ωστόσο, συστήματα διοικητικής πληροφόρησης (MIS) έχουν υιοθετηθεί μόνο από το 37,1% των νοσοκομείων, παρά το γεγονός ότι θεωρούνται υψίστης σημασίας για την παρακολούθηση των νοσηλευτικών ιδρυμάτων σε ανώτατο διοικητικό επίπεδο, καθώς και για τη λήψη στρατηγικών αποφάσεων.
Συμπερασματικά ο κ. Κίτσιος αναφέρει ότι ανασταλτικός παράγοντας για τη χρήση συστημάτων πληροφορικής και επικοινωνίας στα δημόσια νοσοκομεία είναι το γεγονός ότι δαπανούν πολύ λίγα για αυτό το σκοπό. Συγκεκριμένα το 77,1% του δείγματος διαθέτει σε ετήσια βάση μόνο το 1% του συνολικού προϋπολογισμού. Ωστόσο αυτό το φαινόμενο παρατηρείται και σε νοσοκομεία των άλλων χωρών της ΕΕ.
Το ευχάριστο είναι ότι έχει αρχίσει τα μειώνεται το τεράστιο ψηφιακό χάσμα που υπήρχε παλαιότερα ανάμεσα στα νοσηλευτικά ιδρύματα της Ελλάδας και τα νοσηλευτικά ιδρύματα των άλλων χωρών της ΕΕ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου